Μόλυνση - definition. What is Μόλυνση
Diclib.com
قاموس ChatGPT
أدخل كلمة أو عبارة بأي لغة 👆
اللغة:

ترجمة وتحليل الكلمات عن طريق الذكاء الاصطناعي ChatGPT

في هذه الصفحة يمكنك الحصول على تحليل مفصل لكلمة أو عبارة باستخدام أفضل تقنيات الذكاء الاصطناعي المتوفرة اليوم:

  • كيف يتم استخدام الكلمة في اللغة
  • تردد الكلمة
  • ما إذا كانت الكلمة تستخدم في كثير من الأحيان في اللغة المنطوقة أو المكتوبة
  • خيارات الترجمة إلى الروسية أو الإسبانية، على التوالي
  • أمثلة على استخدام الكلمة (عدة عبارات مع الترجمة)
  • أصل الكلمة

%ما هو (من)٪ 1 - تعريف


Μόλυνση         
Γενικά ως μόλυνση χαρακτηρίζεται η οποιαδήποτε παρουσία παθογόνων μικροβίων είτε σε αντικείμενα κοινής χρήσης είτε ειδικότερα στην επιφάνεια ενός ζωντανού οργανισμού ή και την είσδυσή τους εντός αυτού. Μερικές φορές γίνεται λόγος για τη μόλυνση του περιβάλλοντος, ενώ συνήθως εννοείται η ρύπανση.
Λοίμωξη         
ΕΊΣΟΔΟΣ ΜΙΚΡΟΟΡΓΑΝΙΣΜΏΝ ΣΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΌ
thumb|220px|right|[[είδος (βιολογία)|Είδος κουνουπιού Culex quinquefasciatus, φορέας παθογόνων που προκαλούν θανατηφόρες λοιμώξεις στον ανθρώπινο οργανισμό (βλ. πυρετό δυτικού Νείλου, ελονοσία κ.
Μόλυνση του εδάφους         
  •  Ανασκαφή που δείχνει μόλυνση του εδάφους σε αχρησιμοποίητα εργοστάσια  στην Αγγλία.
Η ρύπανση του εδάφους ή μόλυνση του εδάφους ως μέρος της υποβάθμισης του εδάφους προκαλείται από την παρουσία ξενοβιοτικών (ανθρωπογενών) χημικών ουσιών ή από άλλες αλλοιώσεις στο φυσικό περιβάλλον του εδάφους. Συνήθως προκαλείται από βιομηχανική δραστηριότητα, γεωργικές χημικές ουσίες ή ακατάλληλη διάθεση αποβλήτων.